Οικονόμου001

Το όνομα του Κώστα Οικονόμου είναι συνδεδεμένο κυρίως με την Παπαχαραλάμπειο Βιβλιοθήκη, στην οποία υπηρέτησε εικοσιτέσσερα χρόνια και συνέβαλε αποφασιστικά στην οργάνωση, και την επέκτασή της. Το πάθος του Κώστα Οικονόμου ήταν η Παπαχαραλάμπειος Βιβλιοθήκη. Όσοι τον γνώρισαν εντυπωσιάστηκαν από αυτό του το πάθος και την αφοσίωση.

   Ο Κώστας Οικονόμου αγωνιζόταν για τη οργάνωση των Βιβλιοθηκών και εξέδωσε σε συνεργασία με τον μετεκπαιδευθέντα στη Βιβλιοθηκονομία σε Πανεπιστήμιο των Η.Π.Α., καθηγητή Φώτη Παίξο, συντομευμένη μετάφραση του βιβλιοθηκονομικού συστήματος δεκαδικής ταξινόμησης DEWEY, που βοήθησε τους έλληνες βιβλιοθηκάριους στα πρώτα τους βήματα. Υπήρξε πρωταγωνιστής στην ίδρυση του Συλλόγου Βιβλιοθηκαρίων  Δημοσίων Βιβλιοθηκών στον οποίο εκλέχθηκε και πρόεδρος. Από τη θέση αυτή άρχισε ένα συστηματικό και σπουδαίο έργο. Με την ιδιότητα του Προέδρου, σε συνέντευξη τύπου που πραγματοποίησε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων με θέμα την κατάσταση και τα προβλήματα των Βιβλιοθηκών, ανάμεσα στα άλλα τόνισε και τα εξής: «Δυστυχώς, δεν έχει ακόμα στη χώρα μας συνειδητοποιηθεί η ζωτική αναγκαιότητα των βιβλιοθηκών και ο πρωταρχικός ρόλος τους στην υποδομή της υποτονικής εξωσχολικής παιδείας. Επιβάλλεται οι Βιβλιοθήκες να περάσουν ταχύρρυθμα στη μέριμνα, πρακτική και ενίσχυση του Κράτους και να θεσπιστούν μέτρα νομοθετικής, οργανωτικής και οικονομικής φύσεως, για να μπορέσουν να γίνουν ζωντανά κέντρα πνευματικής, μορφωτικής και πολιτιστικής δραστηριότητας. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην ισόρροπη χωροταξική κατανομή των Βιβλιοθηκών με τη βαθμιαία ίδρυση νέων στην ελληνική ύπαιθρο.

Την αγωνία του αυτή για την πορεία των θεμάτων που αφορούσαν τη ζωή, τον άνθρωπο, την κοινωνία και κυρίως την επαρχία Ναυπακτίας, ο Κώστας Οικονόμου εξέφραζε συχνά μέσα από τα γραφόμενα του τόσο στις στήλες των τοπικών εφημερίδων όσο και στα δύο του βιβλία που πρόλαβε να εκδόσει.

Δημοσίευσε ένα ιστορικό του αφήγημα με τίτλο «Το Φλεγόμενο Φλάμπουρο», μια αναφορά στη δράση και τη μαρτυρική θυσία του Γιάννη Ανεμογιάννη.  Στη συγγραφική του δράση συγκαταλέγεται και ο Ιστορικός και Τουριστικός οδηγός της Ναυπάκτου, που εκδόθηκε το 1980. Πρόκειται για ένα ενδιαφέρον πόνημα με λακωνική διεισδυτική ικανότητα στον αρχαιολογικό και ιστορικό χώρο, που είναι χρήσιμο για τους επισκέπτες της πόλης μας.

Πολύ σημαντική ήταν η συνεισφορά του στην τοπική κοινωνία με την αξιόλογη τοπική εφημερίδα «Ναυπακτίδα». Πρόκειται για μια εφημερίδα ιδιαίτερα επιμελημένη και στη μορφή και στο περιεχόμενο, με μια σπάνια αισθητική για τοπική εφημερίδα, αμερόληπτη, έξω από πολιτικές διαμάχες, και με την ποικιλία των θεμάτων της «Η Ναυπακτίδα» δεν άργησε να κατακτήσει το αναγνωστικό κοινό και να αποκτήσει πολλούς φίλους, αν και η έκδοσή της ήταν βραχύβια (Ιανουάριος 1966- Απρίλιος 1967). Ψυχή της εφημερίδας, ο Κώστας Οικονόμου, που ήταν συντάκτης και των περισσοτέρων κειμένων της. «Οι επίκαιρες μολυβιές» ήταν το χρονογράφημα που κοσμούσε την εφημερίδα, στο οποίο ο Κώστας Οικονόμου σχολίαζε την επικαιρότητα με κριτική σκέψη και ευαισθησία μέσα από την στήλη αυτή αναδείκνυε πολλές φορές τα τοπικά προβλήματα, προτείνοντας και συγκεκριμένες λύσεις.

Μερικά από τα θέματα που τον απασχόλησαν ήταν η αναγκαιότητα της γεφύρωσης Ρίου – Αντιρρίου, η κατασκευή παρακαμπτηρίου δρόμου για να «σωθεί η πόλη από το θανάσιμο κίνδυνο των αυτοκινήτων και την υποβάθμιση», όπως έγραφε, ενώ σε άλλα κείμενα του εκφράζει την αγωνία του για την ερήμωση της επαρχίας, την αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου και τη συμβατικότητα των σημερινών ανθρώπινων σχέσεων, και προτρέπει τους Ναυπάκτιους να αντισταθούν και να ενωθούν απέναντι σ’ αυτόν τον κίνδυνο, που κάνει τον άνθρωπο αδιάφορο για το συνάνθρωπό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολύ σημαντική ήταν και η Λογοτεχνική – Ιστορική και Λαογραφική σελίδα της εφημερίδας, στην οποία κάθε φορά, εκτός των άλλων, γίνονταν αναφορά σε κάποιο από τα χωριά της Ναυπακτίας, όπως Ελατού, Τερψιθεά, Αμπελακιώτισσα, Λιμνίστα, Κάτω Βασιλική, κ.α., αναδεικνύοντας έτσι αυτές τις ξεχασμένες περιοχές και στηρίζοντας την τοπική ιστορία και παράδοση.

Ακόμα η πέννα του από καυστική γίνεται συχνά λυρική και γλαφυρή, όταν υμνεί τις ομορφιές της φύσης στους «Φθινοπωρινούς Ψιθύρους» ή τις χαρές της ζωής και το ξεφάντωμα της Αποκριάς στο με βακχικό τίτλο χρονογράφημα του «Ευοί – Ευάν». Με την στήλη του «Αξέχαστοι τύποι της Ναυπάκτου» ξεδίπλωνε μπροστά μας με κωμικοτραγικό τρόπο αξέχαστους χαρακτηριστικούς τύπους και φυσιογνωμίες, όπως ο Τσάκαλος, ο Γκάγκας ο Φτεροπόδαρος, ο Μήτρος ο Ρήτωρ, διατηρώντας έτσι στη μνήμη των μεταγενέστερων Ναυπακτίων τις γραφικές αυτές και παράλληλα τραγικές φιγούρες.

Τέλος, με τη μακρόχρονη ενασχόλησή του, από τη θέση του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Παπαχαραλάμπειου Εθνικού Σταδίου, συνέβαλε αποτελεσματικά στον εκσυγχρονισμό  και την καλύτερη δυνατή λειτουργία του Σταδίου.

  Ο πρόωρος θάνατος του, στην πιο δημιουργική φάση της ζωή του, το καλοκαίρι του 1984, άφησε ένα δυσαναπλήρωτο κενό,  “ορφάνεψε τον Έπαχτο και όλους τους Επαχτίτες”, όπως χαρακτηριστικά  γράφτηκε.

Η αναφορά μας στη ζωή και τη δράση του Κώστα Οικονόμου θα κλείσει με το ποίημα του «Αγάπη μου Ναύπακτος». Ένα ποίημα αφιερωμένο στην πόλη που τον γέννησε, τον έθρεψε και τον δέχτηκε η γη της στην αγκαλιά της.

                                    ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ

 

                                     Κάτω απ’ το χέρι του θεού

                                     σαν πλέεις πάνω στ’ αφρόκυμα.

                                     Πανάρχαια μνήμη καιρού

                                     της φύσης πολύτιμο απόκτημα

                                     μακριά κι’ αν είμαι σε νοιώθω

                                     ανάερη κάτι σαν πνεύμα

                                     πέρα απ’ τα γήϊνα, ιδέα

                                     θελκτικό το γλυκό σου το νεύμα

                                     μ’ ανεβάζει στ’ αγνά στα σπουδαία.

                                     ζωντανεύει του νόστου τον πόθο.

                                     Μεσ’ το φως γαλανή χαρμονή

                                     ψυχής γλυκασμέ, ξεπλανεύτρα

                                     Η σειρήνα απαλή σου φωνή

                                     με μεθά, σιμά με τραβά, η γητεύτρα

                                     μου δίνει πνοή απαλύνη τον πόνο.

                                     διώχνει την έγνοια, σταματά τον καιρό

                                     στα μεντένια στους πύργους, ψυχή

                                     εκεί ψηλά θαρρώ θα σε βρω

                                     νοσταλγία μου, ΕΠΑΧΤΕ, γλυπαντοχή

                                     λαχταρώ σε, σαν φως μεσ’ τον χρόνο.